Σάββατο 26 Νοεμβρίου 2011

Ιστορία με όμορφο τέλος....


Το τραίνο έφευγε... Έμεινα εκεί να το κοιτάω, να παίρνει μαζί του εκείνον και ένα κομμάτι από τη καρδιά μου! Τα πόδια μου άρχισαν να μουδιάζουν, τα μάτια μου ήταν υγρά, η καρδιά μου χτυπούσε δυνατά και οι σκέψεις μου μπερδεμένες. Πριν φύγει μου είπε ότι δε λέγαμε αντίο, αλλά βαθιά μέσα μου ήξερα ότι δε θα τον ξαναδώ....

Γύρισα σπίτι, ανήμπορη να σκεφτώ οτιδήποτε ευχάριστο, το μόνο που με απασχολούσε ήταν εκείνος. Πήγα στο υπνοδωμάτιο, εκεί που κάναμε έρωτα, που ξαπλώναμε αγκαλιά και ανταλλάζαμε τις πιο βαθιές σκέψεις μας, ήταν άδειο, έλειπε η παρουσία του, τα πράγματα του, το χαμόγελο του. Ξάπλωσα στο άδειο ξέστρωτο κρεβάτι, τα σεντόνια είχαν ακόμα το άρωμα του, έκλεισα τα μάτια και για κάποιες στιγμές ένιωσα ότι ήταν εκεί. Έπρεπε να συνέλθω, δε μπορούσε να γίνει αλλιώς.

Σηκώθηκα και έκανα μια βόλτα στο σπίτι, προσπαθούσα να βρω ένα λόγο για να συνεχίσω να ελπίζω, όλα έδειχναν ότι είχε φτάσει το τέλος και δε μπορούσα να κάνω τίποτα για αυτό. Είδα τα ποτήρια στο τραπέζι του σαλονιού... Έφερα στο μυαλό μου τη στιγμή που μου το είπε: "Πρέπει να φύγω, δε λέμε αντίο, θα σε αγαπώ και θα επιστρέψω"

Χαμένη στις σκέψεις μου, άκουσα το τηλέφωνο να χτυπάει... Έτρεξα να το σηκώσω..... Ήταν αυτός...
"Γεια σου" μου είπε "Μου λείπεις ήδη, δεν ήθελα να φύγω, κατάλαβε με". Δε μπορούσα να πω τίποτα, τα δάκρυα έκαιγαν το πρόσωπο μου, με το ζόρι του είπα ότι τον αγαπώ και έκλεισα βιαστικά το τηλέφωνο. Οι λέξεις είχαν καρφωθεί στο μυαλό μου, δε γίνεται, δε μπορεί να έχουν τελειώσει όλα.

Είχε πάει μεσάνυχτα, έβαλα ένα ποτό και έκατσα στο κόκκινο καναπέ, έβλεπα τη φωτογραφία μας ακουμπισμένη στη βιβλιοθήκη και προσπαθούσα να καταλάβω το γιατί. Το τηλέφωνο χτυπούσε πάλι, άκουγα τον ήχο και έτρεμα, δε μπορούσα να του μιλήσω, δε μπορούσα να δεχθώ το τρόπο που έφυγε, χωρία καμία εξήγηση. Με πήρε ο ύπνος κλαίγοντας, αύριο τίποτα δε θα είναι ίδιο!

Ξύπνησα, με κόκκινα μάτια και μαύρους κύκλους. Χωρίς διάθεση, ετοιμάστηκα και πήγα στη δουλειά, δε μίλησα σε κανέναν, το μόνο που ήθελα ήταν να περάσουν οι ώρες να επιστρέψω σπίτι και να κοιτάω τη φωτογραφία μας. Λίγο πριν το μεσημέρι, μου ήρθε μήνυμα του, "Σ'αγαπάω, και μου λείπεις, είναι άδεια η ζωή μου, άσε με να σου μιλήσω", το έσβησα χωρίς να απαντήσω.

Το τέλος είχε φτάσει νόμιζα... Δεν είχα νέα του για πέντε χρόνια... Δεν είχε φύγει ποτέ από τη σκέψη μου, κάθε βράδυ έκλαιγα μέχρι να με πάρει ο ύπνος. Ώσπου ένα απόγευμα εκεί που περπατούσα στο δρόμο, άκουσα τη φωνή του: "Στο είπα ότι θα επιστρέψω". Γύρισα απότομα και τον είδα μπροστά μου. Ήταν τόσο όμορφος, τα πράσινα μάτια του έλαμπαν και γελούσαν μαζί. Έτρεξα στη αγκαλιά του και τον φίλησα παθιασμένα. "Δε θα ξαναφύγω ποτέ" μου είπε, "Πάντα θα σε αγαπώ, δε ξέχασα στιγμή". Φύγαμε και πήγαμε σπίτι, έμεινε εκεί και δε έφυγε ποτέ ξανά....

Ναζ

1 σχόλιο:

  1. Σα να είναι ένα απόσπασμα από βιβλίο...

    Πόσες φορές μου έχει συμβεί με τους αποχωρισμούς ανάλογο σκηνικό...

    Πόσο δύσκολο είναι να φεύγεις;

    Τα σέβη μου!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή